ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ'ΑΡΕΙΩ ΠΑΓΩ
LLM ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ FORDHAM (ΦΟΡΝΤΑΜ)
ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ - Η.Π.Α

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Η δίκη του Σωκράτη

 


Σύμφωνα με τους ιστορικούς, στις αρχές με μέσα Μαρτίου του 399 π.Χ, πραγματοποιήθηκε η δίκη του Σωκράτη στην Αθήνα. Το αποτέλεσμα λίγο πολύ είναι γνωστό: η καταδίκη του σε θάνατο. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να αναδείξει τις νομικές πτυχές της δίκης και να επεξηγήσει τις βασικές συνθήκες, που επικρατούσαν εκείνη την εποχή, χρησιμοποιώντας νεολογισμούς για καλύτερη κατανόηση.

Ο Σωκράτης, λοιπόν, κατηγορήθηκε ότι εισήγαγε "καινά δαιμόνια", νέους θεούς, και ότι διέφθειρε τους νέους:

"Σωκράτη φησὶν ἀδικεῖν τούς τε νέους διαφθείροντα καὶ θεοὺς οὓς ἡ πόλις νομίζει οὐ νομίζοντα, ἕτερα δὲ δαιμόνια καινά. τὸ μὲν δὴ ἔγκλημα τοιοῦτόν ἐστιν"

Όσο γενική και εάν φαντάζει μια τέτοια κατηγορία, παρόλα αυτά, ήταν, τότε, αρκετά σοβαρή και επέσυρε είτε χρηματικό πρόστιμο ή εξορία, μέχρι και το θάνατο. Ο Σωκράτης, θεωρήθηκε, από το σύστημα της εποχής, αμφισβητίας των πατροπαράδοτων αξιών. 

Εκτός, όμως, από βαρυσήμαντες τοποθετήσεις κρύβονται και πιο ταπεινά αίτια. Υποκινητής της σκευωρίας κατά του φιλοσόφου ήταν ο Άνυτος, πλούσιος βυρσοδέψης, με επιχείρηση επεξεργασίας δερμάτων, που είχε διατελέσει και στρατηγός, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο Άνυτος είχε γιο τον Ανθεμίωνα, τον οποίο προόριζε για συνεχιστή της επιχείρησής του. Ο γιος του, ωστόσο, είχε γοητευτεί από το Σωκράτη, ήθελε να αφιερωθεί στη φιλοσοφία. Και αυτό δεν άρεσε καθόλου στον πατέρα του.

Κάνοντας  μία υπέρβαση στη σημερινή εποχή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο γιος κάποιου γνωστού επιχειρηματία γοητεύεται από τα λεγόμενα ενός καλόγερου και σκοπεύει να απαρνηθεί τα εγκόσμια, για να ακολουθήσει έναν πιο πνευματικό δρόμο. Είναι εύκολο να σκεφτούμε πόσο αγανακτισμένος θα μπορούσε να αισθάνεται ένας πατέρας σε αυτή τη θέση.

Ο Άνυτος, χωρίς να θέλει να εμφανιστεί ο ίδιος, παρακίνησε το Μέλητο, έναν άσημο ποιητή, να καταθέσει εναντίον του Σωκράτη τη γραφή ασεβείας, περίπου το Δεκέμβριο του 400π.χ. Η γραφή ασεβείας είχε εισαχθεί στο Αττικό δίκαιο από το Διοπείθη,  32 χρόνια πριν τη δίκη του Σωκράτη, το 431 πχ. και σαν κατηγορία λάμβανε σάρκα και οστά, μόνο ύστερα από καταγγελία. Μάλιστα, αν αυτή δεν ευσταθούσε, ο μηνυτής ήταν υποχρεωμένος να πληρώσει πρόστιμο στο κράτος.

Έτσι, λοιπόν, αυτός που αμφισβητούσε και επέκρινε δημόσια το δογματισμό στις υπάρχουσες θεότητες, διέφθειρε τους νέους, επειδή τους προκαλούσε την αμφιβολία για τις παραδεδεγμένες κοινωνικές και θρησκευτικές αξίες της πόλης τους. Συνεπώς, τους αποπροσανατόλιζε και τους προέτρεπε στο να είναι μαλθακοί, αντιπαραγωγικοί και αντιπολεμικοί.

Θα πρέπει να αναλογιστούμε το εξής: η αθηναϊκή κοινωνία, εκείνης της εποχής, μπορεί να ήταν η πιο προηγμένη σε επίπεδο αντίληψης και έκφρασης λεπτοφυών εννοιών, όπως η Δημοκρατία και η Φιλοσοφία, αλλά δεν έπαυε, κατά βάση, να είναι μια πολεμική κοινωνία, που επιδιδόταν σε επεκτατικούς πολέμους, με σκοπό το οικονομικό όφελος. Αν λοιπόν οι νέοι της Αθήνας δεν ενστερνίζονταν το μεγαλείο της, ποιος άλλος θα το έκανε; Αυτό ήταν το "πολιτικό" νόημα της καταγγελίας, εκτός, φυσικά, από το προσωπικό μένος του Ανύτου.

Κατέθεσε ο Μέλητος, λοιπόν, ενώπιον του άρχοντα βασιλέα, στον επικεφαλής του δικαστηρίου (κάθε χρόνο ήταν και άλλος) τη γραφή ασεβείας και την βεβαίωσε ενόρκως, γνωστοποιώντας, συγχρόνως, και ποιους θα χρησιμοποιούσε ως μάρτυρες κατηγορίας, τον Άνυτο και το Λύκωνα, έμπιστο άνθρωπο του πρώτου.

Στη συνέχεια, αυτή η επικύρωση τοιχοκολλήθηκε στον περίβολο του Μνημείου των Επωνύμων Ηρώων, για να αποκτήσει στοιχεία δημοσιότητας και να ενημερωθεί, με τη σειρά του, και ο καταγγελλόμενος. Κατά το στάδιο της προανάκρισης, ο άρχων βασιλιάς κάλεσε το Σωκράτη και του εξέθεσε το περιεχόμενο της καταγγελίας.

Ο Σωκράτης είχε διορία περίπου 1 μήνα να συντάξει είτε την αντιγραφή, δηλαδή την ουσιαστική απόκρουση των κατηγοριών (θα λέγαμε το απολογητικό του υπόμνημα), είτε την παραγραφή, δηλαδή να αιτηθεί αμνηστίας, σύμφωνα με το ψήφισμα του Αρχίνου, και η υπόθεσή του θα μπορούσε να αρχειοθετηθεί. Ο Σωκράτης, όμως, άφησε το διάστημα αυτό, του ενός μήνα, Φεβρουάριος του 399, να παρέλθει άπρακτο. Οπότε το επόμενο στάδιο, που θα ακολουθούσε, θα ήταν η κύρια δίκη.

Η κύρια δίκη έλαβε χώρα, σύμφωνα με τους ιστορικούς, στις αρχές με μέσα Μαρτίου του 399 π.Χ. Άρχισε και τελείωσε εκείνη την ημέρα, από το δικαστήριο της Ηλιαίας, που αποτελείτο από 600  δικαστές (501 κυρίως δικαστές και 99 αναπληρωματικοί). Όλοι τους ήταν Αθηναίοι πολίτες, από τις 10 φυλές των Αθηνών, ηλικίας όλοι τους 30 ετών και άνω, με πλήρη πολιτικά δικαιώματα, που δεν ήταν οφειλέτες του Δημοσίου. Προήδρευσε ο Άρχων βασιλέας, ο πρόεδρος του δικαστηρίου. Κάθε πλευρά είχε στη διάθεσή της 3 ώρες, για να αναπτύξει τους ισχυρισμούς της. Οι δικαστές αποφάσιζαν μυστικά.

Και κάπου εδώ ακούγεται το "Καλημέρα, ξεκινάμε" του "προέδρου". Πρώτος έλαβε το λόγο ο Μέλητος και ανέπτυξε την κατηγορία του για ασέβεια και διαφθορά των νέων από το Σωκράτη, επικαλούμενος και τις ομολογίες των Άνυτου και Λύκωνα. Το μέρος αυτό δεν έχει διασωθεί και έμμεσα μπορούν να αντληθούν πληροφορίες από την Απολογία του Σωκράτη, έργο του Πλάτωνα, που αποτελεί και το δεύτερο σκέλος της δίκης, της απολογίας του κατηγορουμένου.

Ο Σωκράτης, λοιπόν, είχε να αντιμετωπίσει δύο κατηγορίες: ασέβεια και διαφθορά. Επικαλέστηκε σαν υπερασπιστικό "όπλο" το χρησμό των Δελφών, όπου τον είχε, κάποτε, ανακηρύξει σε σοφότερο όλων

            "ἀνεῖλεν οὖν ἡ Πυθία μηδένα σοφώτερον (Σωκράτους) εἶναι"

και εξήγησε τη στάση του λέγοντας πως ήταν υποχρεωμένος να ζήσει ελέγχοντας την αλήθεια του χρησμού, για να ανακαλύψει πως η Αθήνα ήτανγεμάτη από ανθρώπους, που νόμιζαν ότι γνώριζαν, ενώ στην πραγματικότητα δε γνώριζαν.

Σχετικά με την κατηγορία της διαφθοράς είπε ότι συνομιλούσε πάντα με τους νέους, για να τους οδηγήσει, εκεί όπου ο ίδιος είχε φτάσει, στη γνώση της άγνοιας, άρα και στην αρχή της σοφίας. Τέλος, τους υπενθύμισε τη φτώχεια του, για να αποδείξει πως ποτέ δεν ασχολήθηκε με τις προσωπικές υποθέσεις του γιατί ήταν απορροφημένος από την έρευνα, που χρωστούσε στο θεό.

Μετά το πρώτο μέρος της απολογίας, οι δικαστές αποσύρθηκαν, για να ψηφίσουν στο ερώτημα εάν ήταν ένοχος ή αθώος ο Σωκράτης. Από τους 501 δικαστές, οι 280 τον έκριναν ένοχο και 221 αθώο. Στη συνέχεια το δικαστήριο επανήλθε, για να επιβάλει ποινή. Ο Σωκράτης σε αυτό το σημείο, δεύτερο μέρος της απολογίας του, όμως κυριολεκτικά αυτοκτόνησε(;).

Αφού ευχαρίστησε τους δικαστές για την αρχική τους κρίση, θεώρησε ότι θα ήταν πρέπον για την πόλη της Αθήνας να του επιβάλει σαν ποινή την παντοτινή σίτισή του στο Πρυτανείο....Μάλλον, τα ειρωνικά σφυρίγματα επιδοκιμασίας και τα χειροκροτήματα θα ακούστηκαν πολύ μακρυά. Το Δικαστήριο αποσύρθηκε και αυτή τη φορά αποφάσισε με 360 ψήφους υπέρ της θανατικής καταδίκης και 141 κατά.

Κατά το εθιμικό δίκαιο της εποχής, η απονομή της δικαιοσύνης θα έπρεπε να είναι άμεση. Ωστόσο, το ιερό πλοίο της Αθήνας, η Πάραλος, έλειπε σε ταξίδι για την απόδοση τιμών στη Δήλο. Η επιστροφή της καθυστέρησε λόγω θαλασσοταραχής και αντίστοιχα καθυστέρησε και η εκτέλεση της ποινής. Ίσως, επιχειρώντας ένα επικίνδυνο νεολογισμό, αυτή η καθυστέρηση θα μπορούσε να είναι και λόγος κύριας ένστασης για ακύρωση της ποινής εκτέλεσης, βάσει της Ποινικής Δικονομίας, εάν υπήρχε τότε. 

Μέχρι να επιστρέψει, παρόλα αυτά, το πλοίο, ο Σωκράτης, στο Δεσμωτήριο, δεχόταν τους μαθητές του, την οικογένειά του, και διαλογιζόταν μελετώντας τους μύθους του Αισώπου.

Όταν, τελικά, επέστρεψε η Πάραλος, αρχές Μαΐου 399 π.Χ, ο Σωκράτης, αφού ήπιε το κώνειο, σε ηλικία 71 ετών, αναφώνησε:

"ἀλλὰ γὰρ ἤδη ὥρα ἀπιέναι, ἐμοὶ μὲν ἀποθανουμένῳ, ὑμῖν δὲ βιωσομένοις· ὁπότεροι δὲ ἡμῶν ἔρχονται ἐπὶ    ἄμεινον πρᾶγμα, ἄδηλον παντὶ πλὴν ἢ τῷ θεῷ."

(που σημαίνει: Τώρα όμως ώρα είναι να πηγαίνω. Εγώ για να πεθάνω και σεις για να ζήσετε. Ποιός από μας πηγαίνει στο καλύτερο, κανένας δεν το ξέρει παρά μόνος ο θεός.)

 


ξάπλωσε και έκλεισε τα μάτια του, αφήνοντας πίσω του την Ξανθίππη, τρεις γιους και πλήθος μαθητών.


κώνειο

Την επαύριο του θανάτου του, οι Αθηναίοι συνειδητοποίησαν ότι το λάθος τους ήταν μη αναστρέψιμο και, σύμφωνα με το Διογένη το  Λαέρτιο, καταδίωξαν τους κατηγόρους Άνυτο, Λύκωνα και Μέλητο. Μόνο τον τελευταίο μπόρεσαν να συλλάβουν και με συνοπτικές διαδικασίες να τον καταδικάσουν σε θάνατο. Αργότερα, ο Λύσιππος, γλύπτης της εποχής, φιλοτέχνησε χάλκινη προτομή του Σωκράτη σε κεντρικό σημείο της Αγοράς.



Συνήθως, οι κατηγορούμενοι, στην απολογία τους ζητούν συγνώμη, παραδέχονται τα λάθη τους και επιδιώκουν την επιείκεια του δικαστηρίου, με σκοπό να έχουν μια ευνοϊκή ποινική μεταχείριση. Αλλά όχι ο Σωκράτης...


Προσχηματική ή όχι η κατηγορία πέτυχε το σκοπό της, που ήταν η φυσική εξόντωσή του. Αυτό που δεν μπόρεσαν να προβλέψουν οι κατήγοροι, όμως, ήταν η πνευματική αθανασία του, που φτάνει έως και στις μέρες μας, σχεδόν 2400 χρόνια μετά.


Πηγές:

1. Πλάτων: Απολογία Σωκράτους

2. Κώστας Μπέης: Η δίκη του Σωκράτη

3. Κώστας Βάρναλης: Η πραγματική απολογία του Σωκράτη

4. https://curia.gr/i-diki-tou-sokrati/

5.κώνειο:https://www.agriamanitaria.gr/conium-maculatum %CE%BA%CF%8E%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CE%BF-%CF%84%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%84%CF%8C%CE%BD/